Με την ένταξη της Κίνας στον Παγκόσμιο Οργανισμό Εμπορίου το 2001 αυξήθηκε συστηματικά η συμμετοχή της χώρας αυτής στο διεθνές εμπόριο (που εκτινάχθηκε). Το μερίδιο της Κίνας στις παγκόσμιες εξαγωγές υπηρεσιών υπερδιπλασιάστηκε από 3% το 2005 σε 6,6% το 2021.

Σύμφωνα με δεδομένα του Παρατηρητηρίου Οικονομικής Συνθετότητας (OEC) του Πανεπιστημίου Harvard, το 2019 η Κίνα εξήγαγε υπηρεσίες συνολικής αξίας 218 δις δολαρίων. Το μεγαλύτερο μέρος τους αφορούσε «άλλες επιχειρηματικές υπηρεσίες» δηλ. υπηρεσίες έρευνας και ανάπτυξης, επαγγελματικές και διοικητικές συμβουλευτικές υπηρεσίες και τεχνικές υπηρεσίες (69,2 δις δολάρια),μεταφορές (46,2 δις), ταξίδια (35,8 δις), και υπηρεσίες υπολογιστών και πληροφοριών (34,9 δις δολάρια).

Πάνω από ένα έκτο της αξίας του συνόλου των εξαγωγών υπηρεσιών από την Κίνα καταλήγει στην ΕΕ. Την τελευταία δεκαετία οι κινεζικές υπηρεσίες που εισάγονται στην ΕΕ υπερδιπλασιάστηκαν σε αξία, από 15,6 δις ευρώ το 2010 σε 36,5 δις ευρώ το 2021, παρά τη μικρή επιβράδυνση το 2020 λόγω της κρίσης του κορωνοϊού.

Γενικάτο εμπόριο υπηρεσιών ΕΕ-Κίνας παραμένει σε σχετικά χαμηλό επίπεδο. Χαρακτηριστικό είναι ότι ως προς τις εισαγωγές υπηρεσιών η Κίνα δεν ανήκει στους τρεις πρώτους εμπορικούς εταίρους σε κανένα από τα 27 κράτη μέλη της ΕΕ. Τα πιο πρόσφατα διαθέσιμα δεδομένα δείχνουν ότι το 2020 οι Ηνωμένες Πολιτείες ήταν ο σημαντικότερος εταίρος της ΕΕ αντιπροσωπεύοντας το 29,8% των συνολικών εισαγωγών υπηρεσιών. Ακολουθούσε το Ηνωμένο Βασίλειο (18,4%) και τα υπεράκτια χρηματοπιστωτικά κέντρα (12,9%) (όπως για παράδειγμα η Ανδόρα, το Λιχτενστάιν, οι Βερμούδες, ο Παναμάς).

Το 2019, οι υπηρεσίες που εισάγονται από την Κίνα αντιπροσώπευαν 0,24% του ΑΕΠ της ΕΕ (από 0,14% το 2010).Την τελευταία δεκαετία οι εισαγωγές υπηρεσιών από την Κίνα αυξήθηκαν τόσο σε αξία όσο και ως ποσοστό του ΑΕΠ σχεδόν σε όλα τα κράτη μέλη. (Στη Μάλτα και στην Εσθονία οι εισαγωγές υπηρεσιών από την Κίνα έπεσαν λίγο ως ποσοστό του ΑΕΠ, αν και ανέβηκαν σε αξία.)

Σε κάποια κράτη μέλη η αύξηση ήταν θεαματική: στην Ιρλανδία το ειδικό βάρος στο ΑΕΠ των εισαγόμενων υπηρεσιών από την Κίνα δεκαπλασιάστηκε μέσα σε επτά χρόνια (2012-2019), στη Λιθουανία πενταπλασιάστηκε από το 2010 έως το 2019. Στην Ελλάδα, το μερίδιο των κινεζικών εισαγωγών υπηρεσιών στο ΑΕΠ αυξήθηκε από 0,13% του ΑΕΠ το 2010 σε 0,19% το 2019.

Η Γερμανία (8,8 δις ευρώ), η Γαλλία (4,6 δις ευρώ), και η Ιρλανδία (4,1 δις ευρώ) ήταν οι μεγαλύτεροι εισαγωγείς υπηρεσιών από την Κίνα το 2019.(Το 2020, όταν η αξία των υπηρεσιών που εισάγονται από την Κίνα έπεσε στις περισσότερες χώρες, στην Ιρλανδία συνέχισε να αυξάνεται με ταχείς ρυθμούς, σε 5 δις ευρώ.)

Με το κριτήριο του ειδικού βάρους των εισαγωγών κινεζικών υπηρεσιών στο ΑΕΠ, οι πρώτες θέσεις στην ΕΕ καταλαμβάνονταν το 2019 από την Ιρλανδία (1,14%), τη Δανία (0,64%), και το Λουξεμβούργο (0,56% του ΑΕΠ).Η Ελλάδα με 0,19% του ΑΕΠ βρισκόταν στο μέσο της κατάταξης (14η θέση σε 27 χώρες).

Στο ισοζύγιο του διμερούς εμπορίου υπηρεσιών με την Κίνα η ΕΕ καταγράφει σημαντικό πλεόνασμα (σχεδόν 21 δις ευρώ το 2021).Το ίδιο ισχύει για τα 19 από τα 27 κράτη μέλη. Το πλεόνασμα της Ελλάδας (1 δις 83 εκατ. ευρώ το 2019, και 934 εκατ. ευρώ το 2020) ήταν το τέταρτο υψηλότερο στην ΕΕ, μετά της Γερμανίας, της Γαλλίας, και της Ιρλανδίας.

Το In Focus στην μόνιμη στήλη του Οικονομικού Ταχυδρόμου, 09.12.2022.

 

Κατηγορίες: Όλες οι δημοσιεύσειςIn Focus
Αναλυτές
In focus – Εισαγωγές υπηρεσιών από την Κίνα στην ΕΕ
Χρύσα Παπαλεξάτου Ερευνήτρια, Παρατηρητήριο Ελληνικής & Ευρωπαϊκής Οικονομίας
Μάνος Ματσαγγάνης Κύριος Ερευνητής, Επικεφαλής του Προγράμματος Ελληνικής και Ευρωπαϊκής Οικονομίας, Υπότροφος της Ερευνητικής Έδρας Ιδρύματος Α. Γ. Λεβέντη, Καθηγητής στο Πολυτεχνείο Μιλάνου